Η ΕΚΤ ανησυχεί έντονα για την πανδημία και προετοιμάζεται για ενίσχυση του QE

Γράφει ο Γιάννης Κουτσομύτης

Βαριά ήταν η ατμόσφαιρα στη χθεσινή τηλεδιάσκεψη του Διοικητικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Το ιδιαίτερα αρνητικό σενάριο του δεύτερου κύματος της πανδημίας του κορωνοϊού, το οποίο πολλοί φοβόντουσαν και όλοι ξόρκιζαν, φαίνεται πως υλοποιείται, με τις περισσότερες χώρες της Ευρωζώνης να οδηγούνται σε μερικά ή και γενικά λοκντάουν και τις ευρωπαϊκές οικονομίες να κινδυνεύουν να βυθιστούν ξανά σε βαθειά ύφεση.

Μέχρι και τον Αύγουστο, οι κεντρικοί τραπεζίτες της Ευρωζώνης θεωρούσαν ως επικρατέστερο σενάριο για τις ευρωπαϊκές οικονομίες την ανάκαμψη “τύπου V”, την γρήγορη δηλαδή επαναφορά δηλαδή των οικονομιών σε ρυθμούς ανάπτυξης, μετά τη σοκαριστική ύφεση του πρώτου εξαμήνου του 2020. Τα στοιχεία για τη μεταποίηση ήταν θετικά, ιδιαίτερα στη Γερμανία και τις χώρες του Βορρά, ενώ και η καταναλωτική εμπιστοσύνη έδειχνε σημάδια σαφούς βελτίωσης. Είναι πολύ χαρακτηριστικές οι αναφορές της Κριστίν Λαγκάρντ στην προηγούμενη συνεδρίαση του ΔΣ της ΕΚΤ για την νομισματική πολιτική στις 10 Σεπτεμβρίου:

“Οι εισερχόμενες πληροφορίες μετά την τελευταία συνεδρίασή μας για τη νομισματική πολιτική τον Ιούλιο υποδηλώνουν ισχυρή ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας η οποία συμβαδίζει, σε γενικές γραμμές, με τις προηγούμενες προσδοκίες, αν και το επίπεδο της δραστηριότητας εξακολουθεί να είναι πολύ χαμηλότερο από τα επίπεδα που επικρατούσαν πριν από την πανδημία του κορωνοϊού (COVID-19). Ενώ η δραστηριότητα στον τομέα της μεταποίησης συνέχισε να βελτιώνεται, η ανάκαμψη στον τομέα των υπηρεσιών πρόσφατα επιβραδύνθηκε ελαφρώς. Η ένταση της ανάκαμψης εξακολουθεί να περιβάλλεται από σημαντική αβεβαιότητα, καθώς σε μεγάλο βαθμό εξαρτάται ακόμη από τη μελλοντική εξέλιξη της πανδημίας και την επιτυχία των πολιτικών περιορισμού της. Η εγχώρια ζήτηση στη ζώνη του ευρώ κατέγραψε σημαντική ανάκαμψη από χαμηλά επίπεδα, αν και η αυξημένη αβεβαιότητα για τις οικονομικές προοπτικές συνεχίζει να επηρεάζει αρνητικά τις καταναλωτικές δαπάνες και τις επιχειρηματικές επενδύσεις.”

Η συγκρατημένη αισιοδοξία που κυριαρχούσε μέχρι και τα μέσα Σεπτεμβρίου μετατράπηκε όμως σύντομα σε ανησυχία και μάλιστα έντονη, λόγω του δεύτερου κύματος της πανδημίας που ενέσκυψε με δριμύτητα στην Ευρώπη από τις αρχές Οκτωβρίου και τείνει πλέον να λάβει διαστάσεις γενικευμένης υγειονομικής κρίσης. Τα μοντέλα ανάκαμψης “τύπου V” έχουν πλέον αντικατασταθεί από μοντέλα double-dip “τύπου W”, ενώ κάποιοι απαισιόδοξοι μιλούν ακόμη και για μοντέλα triple-dip “τύπου WW”, αφού δεν υπάρχει η απόλυτη βεβαιότητα ότι τα εμβόλια, τα οποία θα ξεκινήσουν να παράγονται στα τέλη του χρόνου και θα διανεμηθούν μαζικά από τον Απρίλιο, θα είναι επαρκώς αποτελεσματικά για να καταστήσουν την νόσο COVID-19 ακίνδυνη για τη δημόσια υγεία.

Σε αυτό το πλαίσιο, οι χθεσινές αναφορές της Προέδρου της ΕΚΤ ήταν δικαιολογημένα απαισιόδοξες και μάλιστα δεν απήχησαν πλήρως το βαθμό ανησυχίας που έχει κατακλύσει την πλειοψηφία των κεντρικών τραπεζιτών της Ευρωζώνης.

“Η αναζωπύρωση των κρουσμάτων κορωνοϊού (COVID-19) θέτει νέες προκλήσεις για τη δημόσια υγεία και τις προοπτικές ανάπτυξης της οικονομίας της ζώνης του ευρώ και των παγκόσμιων οικονομιών. Οι εισερχόμενες πληροφορίες δείχνουν ότι η οικονομική ανάκαμψη στη ζώνη του ευρώ επιβραδύνεται πιο γρήγορα από ό,τι αναμενόταν, έπειτα από έντονη, αν και μερική και ανομοιόμορφη, επιτάχυνση της οικονομικής δραστηριότητας τους θερινούς μήνες. Η αύξηση των κρουσμάτων COVID-19 και η σχετική εντατικοποίηση των περιοριστικών μέτρων επηρεάζει αρνητικά τη δραστηριότητα, σηματοδοτώντας σαφή επιδείνωση των προοπτικών σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα. Πράγματι, ενώ η δραστηριότητα στον τομέα της μεταποίησης συνέχισε να ανακάμπτει, η δραστηριότητα στον τομέα των υπηρεσιών επιβραδύνεται αισθητά. Μολονότι τα μέτρα δημοσιονομικής πολιτικής στηρίζουν τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, οι καταναλωτές είναι επιφυλακτικοί λόγω της πανδημίας και των επιπτώσεών της στην απασχόληση και τα έσοδα.”

“Αναπροσαρμογή των μέτρων τον Δεκέμβριο”

Στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ υπήρξε ομοφωνία ως προς το ότι θα πρέπει να υπάρξει ενίσχυση της μέτρων ποσοτικής χαλάρωσης ενόψει των νέων σημαντικών προκλήσεων, αλλά ήταν μοιρασμένες οι απόψεις γύρω από το χρόνο λήψεις των όποιων αποφάσεων. Τελικά επικράτησε η άποψη ότι η ΕΚΤ θα πρέπει να περιμένει να δει αφενός τα εισερχόμενα στοιχεία για την πορεία των οικονομιών τον Οκτώβριο, και αφετέρου να ολοκληρωθεί η εκλογική διαδικασία στις Ηνωμένες Πολιτείες και οι διαπραγματεύσεις για το Brexit, ώστε να έχει φανεί το σύνολο των προκλήσεων και των πολιτικών και γεωπολιτικών κινδύνων για την Ευρωζώνη. Έτσι οι αποφάσεις ορίστηκε να ληφθούν στην επόμενη συνεδρίαση νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ που είναι προγραμματισμένη για τις 10 Δεκεμβρίου.

Τετραπλή ανησυχία στη Φρανκφούρτη

Ιδιαίτερα ανησυχεί όμως την ΕΚΤ και το ενδεχόμενο να υπάρξει ένα καθοδικό ράλι στις αγορές, λόγω ακριβώς της αβεβαιότητας που προκαλούν τα “lockdown 2”, αλλά της αβεβαιότητας γύρω από το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών και της έκβασης των διαπραγματεύσεων με τη Βρετανία για το Brexit. Οι κεντρικοί τραπεζίτες γνωρίζουν ότι οι ευρωπαϊκές αγορές είναι “υπεραγορασμένες” και εγκυμονεί ο κίνδυνος μιας σκληρής διόρθωσης, η οποία θα έχει σημαντικές επιπτώσεις στο χρηματοπιστωτικό σύστημα της Ευρωζώνης, σε μια στιγμή μάλιστα που πολλές ευρωπαϊκές επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα ρευστότητας και φερεγγυότητας. Σύμφωνα με πηγή του Kappa News που έχει γνώση των σκέψεων της ηγεσίας της ΕΚΤ, είναι πιθανή η επίσπευση λήψης αποφάσεων για την ενίσχυση του πανδημικού QE, εάν τα πράγματα στις αγορές χειροτερεύσουν σημαντικά. Η αγωνία στην Φρανκφούρτη κινείται όχι σε ένα, αλλά σε τέσσερεις άξονες: α) οι επιπτώσεις ενός νέου κύματος ύφεσης στις ευρωπαϊκές οικονομίες, β) η κατάρρευση συγκεκριμένων κλάδων, όπως του τουρισμού και των μεταφορών, γ) οι διαφορετικοί βαθμοί επίδρασης της κρίσης στις χώρες του Βορρά και του Νότου, και δ) η σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος.

Ειδικά για τον τραπεζικό τομέα είναι χαρακτηριστική η αναφορά του Προέδρου του Ενιαίου Μηχανισμού Εποπτείας της ΕΚΤ, Αντρέα Ενρία, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο την Τρίτη, πως στο “κάπως λιγότερο πιθανό, αλλά υπαρκτό σενάριο, μεγαλύτερης ύφεσης που θα ακολουθηθεί από μέτρια ανάκαμψη, θα υπάρξει σημαντική υποχώρηση της ποιότητας του ενεργητικού [των ευρωπαϊκών Τραπεζών], καθώς και απομείωση των ιδίων κεφαλαίων”.

Κρίσιμη η διατήρηση της οικονομικής δραστηριότητας εν μέσω “lockdown 2”

Οι προαναφερθέντες κίνδυνοι είναι σε γνώση των ηγετών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που συνεδρίασαν την Πέμπτη το απόγευμα μέσω τηλεδιάσκεψης. Δεν είναι καθόλου τυχαία η αναφορά και η επιμονή της Άνγκελα Μέρκελ να κρατηθούν ανοικτά τα σύνορα, παρόλα τα περιοριστικά μέτρα στις ευρωπαϊκές χώρες, ώστε να μην επηρεαστεί το εμπόριο και η οικονομία στο δραματικό βαθμό που αυτό συνέβη στο β’ τρίμηνο του έτους. Στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες έχει κερδίσει έδαφος το σχέδιο των στοχευμένων λοκντάουν τύπου “circuit breaker”, διάρκειας ενός μηνός, με στόχο να υπάρξει ένα προσεκτικό άνοιγμα στις αρχές Δεκεμβρίου για τις αγορές των εορτών.

Σε κάθε περίπτωση, η ΕΚΤ βρίσκεται μπροστά σε μια ιδιαίτερα δύσκολη κατάσταση, όπου το γιγαντιαίο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης έχει μεν στηρίξει σε σημαντικό βαθμό το χρηματοπιστωτικό σύστημα και πολλές επιχειρήσεις, αλλά δεν έχει καταφέρει να δημιουργήσει ένα αναπτυξιακό ρεύμα, πόσω μάλλον να αντιστρέψει τις αποπληθωριστικές τάσεις στην Ευρωζώνη. Οι Ευρωπαίοι κεντρικοί τραπεζίτες καλούνται να σκεφτούν out-of-the-box, εν μέσω μιας κρίσης που έχει τη μορφή ενός γεγονότος “μαύρου κύκνου”, του οποίου η ένταση και η διάρκεια δεν μπορεί ακόμη να προβλεφθεί.