Η προβοκάτσια της Μιζράχι και το μέλλον της Συμφωνίας των Πρεσπών

Γράφει ο Γιάννης Κουτσομύτης

Σοβαρούς προβληματισμούς προκαλεί η προκλητική ενέργεια της υπηρεσιακής Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Πολιτικής της Βόρειας Μακεδονίας Ρασέλα Μιζράχι να αντικαταστήσει την επιγραφή του Υπουργείου της και να εγκαταστήσει την προηγούμενη ονομασία της χώρας “Δημοκρατία της Μακεδονίας” (“Република Македонија” – “REPUBLIC OF MACEDONIA”).

Το θέμα αναδείχθηκε μετά από συνέντευξη Τύπου που παρέθεσε η Μιζράχι την περασμένη Τρίτη για θέματα κοινωνικής πολιτικής, όπου εμφανίστηκε μπροστά από την αλλαγμένη ονομασία της χώρας. Η υπηρεσιακή Υπουργός ανήκει στο εθνικιστικό κόμμα VMRO-DPMNE, το οποίο έχει καταγγείλει τη Συμφωνία των Πρεσπών και κατέρχεται στις βουλευτικές εκλογές της 12ης Απριλίου με κεντρικό σύνθημα την κατάργηση της Συμφωνίας. Η κίνηση της Μιζράχι πλήττει τον πυρήνα της Συμφωνίας, καθώς υπάρχει ρητή διατάξη που επιβάλλει τη χρήση της νέας ονομασίας σε όλες της κρατικές υπηρεσίες της χώρας και οι σχετικές αλλαγές των πινακίδων και επιγραφών είχε γίνει στις αρχές του 2019 στα πλαίσια της εφαρμογής του άρθρου 1, παρ. 8 της Συμφωνίας.

Αντιδράσεις από το SDSM, τον Ντιμιτρόφ και την Ελλάδα

Η κίνηση της Μιζράχι προκάλεσε την αντίδραση του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SDSM) του Ζόραν Ζάεφ αλλά και του Υπουργού Εξωτερικών Νίκολα Ντιμιτρόφ. Το SDSM σε ανακοίνωσή του επέκρινε τη Μιζράχι, αναφέροντας πως “πρόκειται για παραβίαση του Συντάγματος και για μία ενέργεια η οποία θέτει σε κίνδυνο τη Συμφωνία των Πρεσπών και ως εκ τούτου συνιστά απειλή για την ένταξη της χώρας μας στο ΝΑΤΟ και την ευρωπαϊκή ενσωμάτωσή της.” Η ανακοίνωση τονίζει πως “χωρίς τη συμφωνία [των Πρεσπών] δεν μπορεί να υπάρξει ένταξη στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ”, ενώ κατηγόρησε την ηγεσία του VMRO-DPMNE ως υπεύθυνη για το όλο θέμα. Ο ηγέτης όμως του εθνικιστικού κόμματος Χρίστιαν Μίτσοσκι απέφυγε να απαντήσει σε ερωτήσεις δημοσιογράφων και παρέπεμψε για διευκρινίσεις στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικής Πολιτικής.

Ο Νίκολα Ντιμιτρόφ καταδίκασε έντονα την ενέργεια της Μιζράχι, λέγοντας πως “πρόκειται για κατάφωρη παραβίαση του Συντάγματος και των νόμων της Βόρειας Μακεδονίας” και πως “με την ενέργεια της αυτή [η Μιζράχι] θέτει σε κίνδυνο τη Συμφωνία των Πρεσπών και δυναμιτίζει τις σχέσεις της Βόρειας Μακεδονίας με την Ελλάδα”. Ο Υπουργός Εξωτερικών της Βόρειας Μακεδονίας ανέφερε ότι η Ρασέλα Μιζράχι πρέπει να αφαιρέσει αμέσως την πινακίδα και να τοποθετήσει αυτήν στην οποία αναγράφεται το συνταγματικό όνομα της χώρας, “Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας”. Σε διαφορετική περίπτωση, όπως είπε, θα προτείνει στον πρωθυπουργό της χώρας Όλιβερ Σπάσοφσκι να ζητήσει από την Βουλή την αποπομπή της Μιζράχι από την Κυβέρνηση. Έγινε δε γνωστό από τον Ντιμιτρόφ, ότι η ελληνική Κυβέρνηση κατέθεσε διαμαρτυρία προς την Κυβέρνηση της Βόρειας Μακεδονίας μέσω της Πρεσβείας της Ελλάδας στα Σκόπια, στην οποία επισημαίνεται ότι τέτοιες πράξεις συνιστούν κατάφωρη παραβίαση συγκεκριμένων άρθρων της Συμφωνίας των Πρεσπών.

Μιζράχι: Ηθική υποχρέωση κάθε πολίτη να αντιδρά στην αδικία

Η Ρασέλα Μιζράχι απάντησε στις κατηγορίες του Ντιμιτρόφ, λέγοντας πως “είναι δημοκρατικό δικαίωμα και ηθική υποχρέωση κάθε πολίτη να αντιδρά όταν βλέπει μια αδικία”, και επέμεινε πως δεν υπάρχει “παλιά και καινούργια πινακίδα, αλλά μια και μοναδική πινακίδα στο Υπουργείο  Εργασίας και Κοινωνικής Πολιτικής”. Πρόσθεσε δε, πως η Υπηρεσιακή Αναπληρώτρια Πρωθυπουργός Μίλα Κάροφσκα [που ανήκει στο SDSM] δεν αφαίρεσε την πινακίδα και την ευχαρίστησε γι’ αυτό.

Πως θα αντιδράσει η Ελλάδα σε περίπτωση ανάκλησης του erga omnes;

Η προβοκάτσια της πολιτικού του VMRO-DPMNE εγείρει σοβαρά ερωτήματα για τις προθέσεις του εθνικιστικού κόμματος ως προς την εφαρμογή της Συμφωνίας της Πρεσπών σε περίπτωση που κερδίσει στις εκλογές της 12ης Απριλίου. Είναι μεν πιθανό να πρόκειται απλά για ένα προεκλογικό πυροτέχνημα αλλά το γεγονός ότι το VMRO-DPMNE έχει αναγάγει σε κεντρικό πολιτικό διακύβευμα την ακύρωση της Συμφωνίας δημιουργεί εύλογη ανησυχία για το τι θα πράξει ως προς τη Συμφωνία αν κερδίσει στις εκλογές. Διαφαίνεται δηλαδή πλέον ως πιθανή η περίπτωση της ανάκλησης του erga omnes της Συμφωνίας της Πρεσπών από μια Κυβέρνηση του VMRO-DPMNE και το ερώτημα που προκύπτει είναι το πως μπορεί να αντιδράσει η Ελλάδα σε μια τέτοια εξαιρετικά αρνητική εξέλιξη, η οποία θα ακύρωνε την ουσία της Συμφωνίας.

Σύμφωνα με το άρθρο 19 της Συμφωνίας, η Ελλάδα μπορεί να καλέσει τη Βόρεια Μακεδονία να αποκαταστήσει την παραβίαση της Συμφωνίας και εάν τα Σκόπια δεν συμμορφωθούν, τότε μπορεί να ζητήσει την παρέμβαση του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών. Εάν και αυτή η παρέμβαση αποβεί άκαρπη, τότε η Ελλάδα μπορεί να καταφύγει στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.

Επειδή όμως αυτές οι διαδικασίες είναι και χρονοβόρες και αμφίβολης αποτελεσματικότητας, η πλέον πρόσφορη μέθοδος για πίεση είναι μέσω της διαδικασίας ένταξης της Βόρειας Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η υπόθεση όμως της επικύρωσης της ένταξης στη Συμμαχία έχει σχεδόν ολοκληρωθεί και απομένει μόνο η επικύρωση από το Κοινοβούλιο της Ισπανίας, πιθανότατα εντός του Μαρτίου, για να ολοκληρωθεί και τυπικά η πλήρης ένταξη της χώρας στη Βορειατλαντική Συμμαχία. Η Ελλάδα θα μπορούσε θεωρητικά να πιέσει την Κυβέρνηση της Ισπανίας να καθυστερήσει την επικύρωση της ένταξης των Σκοπίων μέχρις ότου υπάρξει ξεκάθαρο αποτέλεσμα στις εκλογές της 12ης Απριλίου.

Το επόμενο πεδίο στο οποίο η Ελλάδα έχει ισχυρά όπλα είναι η διαδικασία ένταξης των Σκοπίων στην ΕΕ. Οι τελευταίες εξελίξεις δείχνουν ότι η Γαλλία, η Ολλανδία και η Δανία θα άρουν το βέτο που έθεσαν τον Οκτώβριο στην έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με τη Βόρεια Μακεδονία και την Αλβανία. Το νέο όμως πλαίσιο για τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις που εισηγήθηκε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατοχυρώνουν σε μεγάλο βαθμό τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα, αφού η ενταξιακή διαδικασία θα μπορεί ακόμη και να ανακληθεί σε περίπτωση που ένα υποψήφιο για ένταξη κράτος υπαναχωρήσει σε ζητήματα εφαρμογής του κράτους δικαίου και διεθνών και διμερών συμφωνιών. Έτσι ακόμη και αν δοθεί τον Μάρτιο ή τον Μάιο το πράσινο φως προς τα Σκόπια για την ενταξιακή διαδικασία, η Ελλάδα θα μπορεί να ζητήσει την ανάκληση της διαδικασίας εάν η Βόρεια Μακεδονία παραβιάζει μονομερώς τη Συμφωνία των Πρεσπών.

Η συγκεκριμένη υπόθεση όμως αναδεικνύει και την προχειρότητα με την οποία συντάχθηκε η Συμφωνία, καθώς δεν κατοχυρώνει επαρκώς την Ελλάδα σε περίπτωση που μια κακόβουλη Κυβέρνηση στα Σκόπια αποφασίσει να υπονομεύσει στο εσωτερικό και το εξωτερικό το πνεύμα της Συμφωνίας. Εναπόκειται πλέον στην ελληνική Κυβέρνηση, την παρούσα και τις μελλοντικές, να κυνηγούν διαρκώς και απαραλείπτως την πιστή τήρηση της Συμφωνίας από τους βόρειους γείτονές μας.