Γράφει ο Γιάννης Κουτσομύτης
Στην επιστήμη της διοίκησης επιχειρήσεων υπάρχει ένας όρος που ονομάζεται “perverse effect” και ο οποίος περιγράφει μια απρόβλεπτη αρνητική εξέλιξη, ως συνέπεια μιας πράξης ή μιας πολιτικής, η οποία παράγει ακριβώς το αντίθετο από το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Αυτός ο τεχνοκρατικός όρος περιγράφει υπέροχα τα πολιτικά αποτελέσματα που επέφερε η απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Γερμανίας στις 5 Μαΐου να κρίνει ως εν μέρει αντισυνταγματικό το πρόγραμμα PSPP της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για την αγορά κρατικών ομολόγων κρατών-μελών της Ευρωζώνης.
Όπως πληροφορούμαστε πλέον από το ρεπορτάζ, η απόφαση αυτή λειτούργησε καταλυτικά ώστε η Άνγκελα Μέρκελ να δεχθεί την πρόταση των χωρών του ευρωπαϊκού Νότου για τη συγκρότηση του Ταμείου Ανάκαμψης της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσω κοινής έκδοσης χρέους των κρατών-μελών της ΕΕ ύψους 500 δισεκατομμυρίων ευρώ και τη χρήση των κεφαλαίων αυτών για την επιδότηση των χωρών του Νότου που επλήγησαν περισσότερο από την πανδημική κρίση. Η απόφαση αυτή της Άνγκελα Μέρκελ μπορεί να χαρακτηριστεί ιστορική καθώς ανέτρεψε ένα εθνικό ταμπού στη Γερμανία, που ήταν η κοινή ανάληψη χρέους στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κάποιοι δε αναλυτές έφτασαν να χαρακτηρίσουν τη συγκεκριμένη συμφωνία ως “στιγμή Χάμιλτον” για την Ευρώπη, αναφερόμενοι στις πράξεις ομοσπονδιοποίησης του χρέους των πολιτειών των ΗΠΑ και στην ίδρυση της Federal Reserve το 1791 από τον πρώτο Υπουργό Οικονομικών των ΗΠΑ Αλεξάντερ Χάμιλτον.
Όταν στις 5 Μαΐου ο τότε Πρόεδρος του γερμανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου Αντρέας Φοσκούλε έλεγε κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου, ότι η απόφαση του δικαστηρίου “μπορεί να εκνευρίσει κάποιους”, δεν θα μπορούσε ίσως να φανταστεί ότι αυτός ο “εκνευρισμός” θα μπορούσε να οδηγήσει στα ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα από εκείνα που επιδίωκε η πλειοψηφία του δικαστηρίου με την απόφασή της. Το σκεπτικό του δικαστηρίου, ότι η αγορά κρατικών ομολόγων από την ΕΚΤ οδηγεί δια της πλαγίας οδού σε αμοιβαιοποίηση του χρέους των κρατών-μελών της ΕΕ, ανατράπηκε με αυτοκρατορική μεγαλοπρέπεια από την πολιτική ηγεσία της χώρας, η οποία απέδειξε ότι την οικονομική και την ευρωπαϊκή πολιτική εντέλλονται να την χαράσσουν οι εκλεγμένοι πολιτικοί ηγέτες και όχι τα δικαστήρια. Και το ειρωνικό του πράγματος είναι πως η συγκεκριμένη απόφαση της γερμανικής Κυβέρνησης εντάσσεται στα πλαίσια της άσκησης δημοσιονομικής πολιτικής και δεν μπορεί να γίνει αντικείμενο κρίσης του Συνταγματικού Δικαστηρίου.
Είναι αυτή μια “στιγμή Χάμιλτον” για την Ευρώπη;
Πέρα όμως από την πολιτική ήττα των ακτιβιστών δικαστών της Καρλσρούης, το ερώτημα για το αν η πρόταση Μακρόν-Μέρκελ αποτελεί όντως μια ιστορική στιγμή για το χτίσιμο της ομοσπονδιακής Ευρώπης παραμένει σε εκκρεμότητα. Παρ’ όλη την τεράστια πολιτική βαρύτητα της κοινής πρότασης Γερμανίας-Γαλλίας, οι μικρότερες χώρες του ευρωπαϊκού Βορρά, οι αυτοαποκαλούμενες και “φειδωλές”, δεν δείχνουν διάθεση να κάνουν και εκείνες τον μεγάλο ιστορικό συμβιβασμό και το άλμα προς την ουσιαστική ευρωπαϊκή αλληλεγγύη.
Η Αυστρία, η Ολλανδία, η Δανία και η Σουηδία δήλωσαν ευθύς εξαρχής την αντίθεσή τους στην έννοια της κοινής ανάληψης χρέους και της διοχέτευσης κεφαλαίων στις χώρες του Νότου υπό τη μορφή επιδοτήσεων και προχώρησαν σε μια αντιπρόταση, η οποία προτάσσει τη μορφή των βραχυχρόνιων δανείων διάρκειας δυο ετών και επαναπροσδιορισμό των κονδυλίων του νέου Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου (ΠΔΠ) της Ευρωπαϊκής Ένωσης για στοχευμένες δράσεις στους τομείς της υγείας και του περιβάλλοντος, χωρίς καμία μνεία στην ανάγκη ενίσχυσης των οικονομιών του Νότου. Δεν παραλείπουν δε να θέσουν και όρους δημοσιονομικής πειθαρχίας και μεταρρυθμίσεων για την έγκριση των δανείων, όπως και όρους τήρησης του κράτους δικαίου και των ευρωπαϊκών όρων διαφάνειας.

Είναι προφανές ότι η συγκεκριμένη πρόταση των τεσσάρων “φειδωλών” κρατών δεν έχει απολύτως καμία πιθανότητα να γίνει όχι μόνο αποδεκτή, αλλά ούτε καν να συζητηθεί, αλλά παρουσιάστηκε απλά ως διαπραγματευτική κίνηση στο μεγάλο ευρωπαϊκό παζάρι που θα διεξαχθεί τις επόμενες εβδομάδες και ίσως και μήνες, μέχρι να υπάρξει τελική συμφωνία. Την ερχόμενη Τετάρτη η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναμένεται να ανακοινώσει τις δικές της προτάσεις για το Ταμείο Ανάκαμψης και πηγές της Κομισιόν ανέφεραν ότι θα υπάρξει προσπάθεια να συγκεραστούν οι προτάσεις Γαλλίας-Γερμανίας με τις προτάσεις των “τεσσάρων φειδωλών”. Επειδή όμως η διαρροή διοχετεύθηκε σε αυστριακό ΜΜΕ, δημιουργείται η σκέψη ότι προήλθε από τον Αυστριακό Επίτροπο Προϋπολογισμού Γιοχάνες Χάν, ο οποίος έχει κάθε λόγο να προσπαθήσει να εντάξει την πρόταση της χώρας του στις προτάσεις της Επιτροπής, έστω και αν αυτή είναι στην ουσία από άλλο πλανήτη και δεν μπορεί πρακτικά να συγκεραστεί με την αντίστοιχη γαλλογερμανική.
Τα πράγματα γίνονται ακόμη πιο περίπλοκα από το γεγονός ότι οποιαδήποτε συμφωνία για το Ταμείο Ανάκαμψης και το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο θα πρέπει τελικά να εγκριθεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το οποίο έχει σαφέστατα τοποθετηθεί με ψήφισμά του υπέρ ενός μεγάλου πακέτου ενίσχυσης των χωρών του Νότου με αμοιβαία ανάληψη χρέους. Πριν όμως και από την έγκριση του Ευρωκοινοβουλίου θα πρέπει να υπάρξει συμφωνία και των 27 κρατών-μελών στο επίπεδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Πρόκειται δηλαδή ίσως για την πλέον περίπλοκη και δύσκολη διαδικασία λήψης απόφασης στην ιστορία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Το αποτέλεσμα θα κρίνει την ιστορικότητα της γαλλογερμανικής συμφωνίας
Το ενδεχόμενο ότι τέσσερα μόνο από τα εικοσιεπτά κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορούν να μπλοκάρουν την πορεία της ΕΕ προς το μέλλον, να ενισχύσουν τα διχαστικά φαινόμενα και να θέσουν σε κίνδυνο το ευρωπαϊκό μοντέλο, δείχνει το πόσο ευαίσθητη και κρίσιμη είναι η τρέχουσα συγκυρία στην Ένωση, και το πόσο μεγάλη είναι η ανάγκη για να υπάρξει απεμπλοκή από την αρχή της ομοφωνίας σε τόσο θεμελιώδη ζητήματα.
Μέχρι να συμβεί όμως αυτό σε μια μελλοντική αλλαγή των Ευρωπαϊκών Συνθηκών μετά από τη Διάσκεψη για το Μέλλον της Ευρώπης, θα απαιτηθούν πολύ δύσκολες και επίπονες διαπραγματεύσεις ανάμεσα στις 27 κυβερνήσεις, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Ακόμη και οι “φειδωλοί” θα πρέπει να κατανοήσουν ότι είναι και προς το δικό τους συμφέρον η ουσιαστική αναβάθμιση της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης. Και δεν θα είναι εύκολο για τις χώρες του Νότου να υποστηρίξουν ότι θα πρέπει να λάβουν χρήματα χωρίς όρους και χωρίς έλεγχο της τήρησης του κράτους δικαίου και της διαφάνειας στη διοχέτευση των κονδυλίων. Και οι “φειδωλοί” όμως θα δυσκολευθούν να υποστηρίξουν μέχρι τέλους ότι δεν πρέπει να υπάρξει καμία απολύτως αμοιβαία ανάληψη χρέους και πως η μόνο ένδειξη ευρωπαϊκής αλληλεγγύης προς τις χώρες του Νότου θα πρέπει να είναι δάνεια με αυστηρούς όρου.
Ακόμη και αν δεν είναι ακριβώς η “στιγμή Χάμιλτον” για την Ευρωπαϊκή Ένωση, η συμφωνία Γαλλίας και Γερμανίας θα φανεί ότι αποτελεί μια ιστορική καμπή για την πορεία της Ένωσης, διότι οι δυο μεγαλύτερες χώρες συμφώνησαν ότι το ευρωπαϊκό οικοδόμημα θα επιβιώσει μόνο εάν τα κράτη-μέλη αποδείξουν στην πράξη ότι πιστεύουν στην ευρωπαϊκή αλληλεγγύη. Είναι χαρακτηριστική η μεταστροφή ακόμη και του παραδοσιακά σκληρού Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο οποίος δήλωσε στη Die Welt ότι όχι μόνο συμφωνεί με την πρόταση Μακρόν-Μέρκελ αλλά πίεσε και ο ίδιος ενεργά για να προκύψει, και πως εάν “η Ευρώπη θέλει να έχει ελπίδες, πρέπει τώρα να επιδείξει αλληλεγγύη και ικανότητα δράσης”.