Πενταμερής Διάσκεψη για το Κυπριακό: Ένα προδιαγεγραμμένο ναυάγιο

Γράφει ο Γιάννης Κουτσομύτης

Με καταγραφή του πλήρους αδιεξόδου στον οποίο βρίσκεται το Κυπριακό ζήτημα ολοκληρώθηκε την Πέμπτη η άτυπη Πενταμερής Διάσκεψη που πραγματοποιήθηκε στην έδρα των Ηνωμένων Εθνών στη Γενεύη. Το αδιέξοδο προφανώς και οφείλεται στις θέσεις των εκπροσώπων των Τουρκοκυπρίων και της Τουρκίας, οι οποίοι έδειξαν με κάθε τρόπο ότι επιδιώκουν τη διχοτόμηση.

Το λυπηρό αποτέλεσμα και αυτής της διαπραγματευτικής προσπάθειας είχε προδιαγραφεί από την ημέρα των επαναληπτικών εκλογών στα κατεχόμενα της Κύπρου στις 18 Οκτωβρίου, όταν ο εκλεκτός του τουρκικού καθεστώτος Ερσίν Τατάρ νίκησε τον Μουσταφά Ακιντζί. Έκτοτε ο Τουρκοκύπριος εντολοδόχος του Ερντογάν και η Άγκυρα απλά αποδεικνύουν σε κάθε ευκαιρία και με κάθε τρόπο τον νέο στρατηγικό τους στόχο που είναι η διχοτόμηση της Κύπρου και η, de facto αρχικά και σε βάθος χρόνου και jure, διεθνής αναγνώριση του παράνομου καθεστώτος των κατεχομένων ως “Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου”.

Στη Γενεύη ο Τατάρ μαζί με τον Τσαβούσογλου παρουσίασαν ένα σχέδιο έξι σημείων, το οποίο θεωρούν σημείο εκκίνησης για την κατ’ αυτούς λύση του ζητήματος. Πρόκειται για όρους, οι οποίοι σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτοί από Λευκωσία και Αθήνα.

Τα έξι “σημεία” των Τουρκοκυπρίων και της Τουρκίας

1) Ο ΓΓ του ΟΗΕ να δρομολογήσει απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας, με την οποία θα διασφαλίζονται το ισότιμο διεθνές στάτους και η κυριαρχική ισότητα των δύο πλευρών. Άρα αναγνώριση των τετελεσμένων και διεθνής κυριαρχία για την “ΤΔΒΚ”. Πρόκειται για απόλυτο non-starter για την ελληνοκυπριακή και ελλαδική πλευρά.
2) Αφού κατοχυρωθεί το νέο διεθνές στάτους της “ΤΔΒΚ”, να ξεκινήσουν διαπτραγματεύσεις υπό αιγίδα του ΟΗΕ με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα. Και αυτό είναι προφανές πως απορρίπτεται εκ προοιμίου από Λευκωσία και Αθήνα.
3) Οι διαπραγματεύσεις αυτές να δώσουν έμφαση στις μελλοντικές σχέσεις των δύο ανεξάρτητων κρατών σε θέματα περιουσιακού, ασφάλειας, συνοριακών διευθετήσεων, καθώς και τις σχέσεις με την ΕΕ. Να αναγνωρίσουν δηλαδή Λευκωσία και Αθήνα τα τετελεσμένα προτού διευθετηθεί το περιουσιακό και η ασφάλεια, να αναγνωρίσουν κράτος “ΤΔΒΚ” και να το βάλουν και από την πίσω πόρτα στην ΕΕ.
4) Οι διαπραγματεύσεις αυτές θα υποστηρίζονται από την Τουρκία, τη Βρετανία και την Ελλάδα, καθώς επίσης και από την ΕΕ ως παρατηρητή, εάν αυτό κριθεί αναγκαίο.
5) Στο πλαίσιο αυτής της συμφωνίας, τα δύο κράτη θα πρέπει να αναγνωρίσουν το ένα το άλλο και οι τρεις εγγυήτριες δυνάμεις να το υποστηρίξουν.
6) Οποιαδήποτε συμφωνία επιτευχθεί ως αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων θα τεθεί προς έγκριση σε ξεχωριστά ταυτόχρονα δημοψηφίσματα στα δύο μέρη.

Η ελληνική πλευρά έπραξε τα αυτονόητα

Η ελληνοκυπριακή και η ελλαδική πλευρά έκαναν στη Γενεύη αυτά που όφειλαν απλά να κάνουν. Επέμειναν στις βασικές αρχές της λύσης του Κυπριακού που είναι η διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία, με σεβασμό στο ευρωπαϊκό κεκτημένο και τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών. Ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης έκανε και ένα βήμα παραπάνω από το Κράν Μοντανά και δήλωσε πως είναι έτοιμος να συζητήσει και το μοντέλο της αποκεντρωμένης ομοσπονδίας, με σημαντικές αρμοδιότητες στα συνιστώντα κρατίδια. Ο δε ΓΓ του ΟΗΕ απέρριψε κατηγορηματικά την τουρκικοκυπριακή και τουρκική θέση για δημιουργία δυο κρατών, λέγοντας πως δεν συνάδουν με τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας.

Πορεία προς το οριστικό ναυάγιο

Οι όροι που έθεσε η τουρκική πλευρά είναι τόσο ανεδαφικοί και προκλητικοί, που είναι προφανές ότι κατατέθηκαν μόνο ως πρόφαση για να δρομολογήσουν το οριστικό ναυάγιο της ειρηνευτικής διαδικασίας, το οποίο εάν δεν συμβεί στην επόμενη Διάσκεψη που θα γίνει σε 2~3 μήνες όπως είπε ο ΓΓ του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες, είναι βέβαιο ότι θα συμβεί στο εγγύς μέλλον, εφ’ όσον ο Ρετσέπ Ταγίπ Ερντογάν και η τουρκική ηγεσία εμμείνουν στη στάση τους. Η Λευκωσία και η Αθήνα δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να εμπλακούν σε μια συζήτηση για αναγνώριση των τετελεσμένων και αναγνώριση διεθνούς κυριαρχίας της “ΤΔΒΚ” ως προϋποθέσεις για έναρξη ουσιαστικής διαπραγμάτευσης.

Στη Γενεύη φάνηκε ξεκάθαρα το σχέδιο της Άγκυρας για οριστική διχοτόμηση και το γεγονός ότι το κατέθεσαν και εγγράφως, άρα και ημιεπίσημα, δείχνει με τον πλέον εμφατικό τρόπο ότι δεν ενδιαφέρει πλέον καθόλου την Τουρκία εάν η ειρηνευτική διαδικασία για την Κύπρο καταρρεύσει οριστικά μετά από 45 χρόνια και τα Ηνωμένα Έθνη καταλογίσουν ευθύνες για την αποτυχία στην τουρκική πλευρά.

Η επισημοποίηση δε αυτή καταρρίπτει μια διαδεδομένη στη Λευκωσία και την Αθήνα θεωρία, σύμφωνα με την οποία η Άγκυρα δεν θέλει πραγματικά τη λύση της διχοτόμησης, επειδή “δεν τη συμφέρει πραγματικά”, αλλά τη φέρνει στο τραπέζι για να επιτύχει υποχωρήσεις της Λευκωσίας και της Αθήνας στα ζητήματα της πολιτικής ισότητας και της ασφάλειας και μετατόπιση της λύσης στο μοντέλο της συνομοσπονδίας. Η κατάθεση από την τουρκική πλευρά με σχεδόν επίσημο τρόπο της πρότασης των “δυο κρατών” δημιουργεί ένα τετελεσμένο, από το οποίο η Άγκυρα είναι σχεδόν αδύνατο να υποχωρήσει.

Η τουρκική στάση με οδηγεί στο συμπέρασμα πως το σχέδιο της Άγκυρας στοχεύει στη forcé οριστική κατάρρευση της ειρηνευτικής διαδικασίας για το Κυπριακό και την σταδιακή διεθνή αναγνώριση επίσημης κρατικής οντότητας για την “ΤΔΒΚ”. Υπάρχουν πληροφορίες από την Άγκυρα ότι η Τουρκία έχει λάβει διαβεβαιώσεις από έως και 10 φιλικές της χώρες πως θα αναγνωρίσουν επίσημα την “ΤΔΒΚ” την επομένη που ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών θα δηλώσει πως έληξε ανεπιτυχώς η ειρηνευτική διαδικασία. Ανάμεσα στις “φιλικές” χώρες συμπεριλαμβάνονται το Αζερμπαϊτζάν, το Πακιστάν, το Τουρκμενιστάν, το Κατάρ, η Μαλαισία, η Σομαλία, το Τζιμπουτί και το Σουδάν.

Σύμφωνα με αυτό το σενάριο, η Τουρκία δεν ενδιαφέρεται καν για μια “συνομοσπονδιακή” Κυπριακή Δημοκρατία, διότι το τουρκοκυπριακό συνιστών κρατίδιο θα διέπεται πλήρως από το ευρωπαϊκό κεκτημένο, το ευρωπαϊκό δίκαιο αλλά και από περιοριστικές ρήτρες για την ασφάλεια. Μια “ΤΔΒΚ” όμως πλήρως ελεγχόμενη πολιτικά, οικονομικά και στρατιωτικά, θα λειτουργεί ως ένα puppet state της Άγκυρας, υπό τον μανδύα του κυρίαρχου κράτους. Παράλληλα δε, με τη “λύση” της νμομιμοποίησης των τετελεσμένων η Άγκυρα δεν πρόκειται να παραχωρήσει ούτε ένα τετραγωνικό χιλιόμετρο από τα εδάφη που θα επέστρεφαν υπό ελληνοκυπριακή διοίκηση στην περίπτωση της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας αλλά και της συνομοσπονδίας, όπως η Μόρφου και κυρίως η Αμμόχωστος.

Τι μπορεί να κάνει η ελληνική πλευρά;

Η αναμενόμενη αποτυχία της Γενεύης και κυρίως η επισημοποίηση του διχοτομικού σχεδίου της Τουρκίας φέρνει την ελληνική πλευρά ενώπιον μιας καινούργιας κατάστασης. Μέχρι και τη Γενεύη, η ελληνοκυπριακή και ελλαδική πλευρά ενδιαφερόταν πρωτίστως από το 2004 και μετά για το blame game και να μην φανεί εκείνη το αδιάλλακτο μέρος της διαπραγμάτευσης. Πλέον βρισκόμαστε στο σημείο όπου η Τουρκία απλά δεν ενδιαφέρεται πλέον για το αν θα θεωρηθεί υπεύθυνη για το ναυάγιο της ειρηνευτικής διαδικασίας, διότι το επιδιώκει η ίδια με κάθε τρόπο.

H ελληνική πλευρά θα πρέπει πλέον να μετακινηθεί από την αμυντική στάση της προάσπισης των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας κλπ, και να αποτρέψει με κάθε τρόπο το οριστικό ναυάγιο της ειρηνευτικής διαδικασίας. Αυτό σημαίνει και πολύ συγκεκριμένες προτάσεις για τις ευαίσθητες πτυχές της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας, όπως τα θέματα της πολιτικής ισότητας και της ασφάλειας. Παράλληλα θα πρέπει να καταδειχθεί προς όλα τα εμπλεκόμενα μέρη, ότι δεν θα αποδεχθεί σε καμία περίπτωση την de facto νομιμοποίηση των τετελεσμένων του 1974, με ότι αυτό μπορεί να σημαίνει για τις σχέσεις της Τουρκίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά και τις ελληνοτουρκικές σχέσεις.