Γράφει ο Γιάννης Κουτσομύτης
Η άτυπη Σύνοδος της Αθήνας για την ευρωπαϊκή διεύρυνση στα Δυτικά Βαλκάνια και τη στήριξη της ευρωπαϊκής πορείας της Ουκρανίας και της Μολδαβίας ήταν μια επιτυχία της ελληνικής διπλωματίας. Η πρωτοβουλία των διπλωματικών κινήσεων για την περιοχή επανέρχεται στην Αθήνα, μετά από πολλά χρόνια υποβάθμισης της ελληνικής εμπλοκής. Θα ήταν τέλεια τα πράγματα εάν δεν υπήρχε η δυσμενής εξέλιξη με την απουσία της Αλβανίας, για την οποία όμως δεν ευθύνεται η Ελλάδα.
Το κεντρικό ζήτημα πάντα σε τέτοιες σημαντικές διπλωματικές εξελίξεις είναι η συνέχεια και συνέπεια, αλλά και η ύπαρξη ρεαλιστικού σχεδίου. Η ένταξη των βαλκανικών χωρών στην ΕΕ δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση. H διένεξη Βουλγαρίας-Βόρειας Μακεδονίας δείχνει μεν ότι βαίνει προς επίλυση, αλλά απαιτείται συναίνεση του αντιδυτικού VMRO-DPMNE στα Σκόπια, πράγμα καθόλου βέβαια ακόμη. Το χάσμα δε μεταξύ Σερβίας και Κοσόβου είναι ακόμη τεράστιο, χωρίς σοβαρές προοπτικές διεξόδου. Από την άλλη πλευρά, σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες οι κυβερνητικές συμμαχίες και η πλειοψηφία των πολιτών είναι αρνητικές. Σε κάποια κράτη-μέλη δε, ακόμη και η συζήτηση για διεύρυνση προκαλεί εσωτερική πολιτική κρίση. Η Ολλανδία πχ δεν υπογράφει την ένταξη της Βουλγαρίας στη Ζώνη Σένγκεν, παρότι η Σόφια έχει εκπληρώσει όλες τις προϋποθέσεις. Σε άλλες χώρες το ζήτημα της διεύρυνσης έχει συνδεθεί συνταγματικά με τη διενέργεια δημοψηφισμάτων, τα οποία πλέον όλες σχεδόν οι κυβερνήσεις θέλουν να αποφύγουν, όπως ο διάβολος το λιβάνι.
Παρόλα αυτά, η Ελλάδα, η Κομισιόν και άλλες ενδιαφερόμενες χώρες πρέπει να συνεχίσουν τις προσπάθειες, διότι η πρόσδεση των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων στο ευρωπαϊκό άρμα αποτελεί κρίσιμο γεωπολιτικό ζήτημα για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Ας δούμε απλά τις προσπάθειες διείσδυσης της Ρωσίας στη Σερβία και το Μαυροβούνιο, όπως και την πολιτική της Τουρκίας στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, το Κόσοβο και την Αλβανία.
Όσον αφορά δε τις διμερείς συμφωνίες της Ελλάδας με την Ουκρανία, αυτές αποτελούν μια ακόμη θετική εξέλιξη για την ελληνική εξωτερική πολιτική, η οποία έχει αποβάλει πια τα φιλορωσικά σύνδρομα του παρελθόντος και ευθυγραμμίζεται πλέον με τον πυρήνα των δυτικών κρατών. Η ανάληψη δε της αποστολής εκπαίδευσης Ουκρανών πιλότων σε μαχητικά F-16 επιβεβαιώνει και ενισχύει το ειδικό βάρος της ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας στο στρατόπεδο της Δύσης. Απομένει να διευκρινιστεί το εύρος της συμμετοχής της Ελλάδας στην εξαγωγή ουκρανικών σιτηρών μέσω της Μαύρης Θάλασσας, το οποίο είναι ένα πιο περίπλοκο, αλλά ιδιαίτερα σημαντικό πεδίο προβολής ισχύος στην περιοχή.